Протянуть στα ελληνικά
Μετάφραση: протянуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτάνω, διαδίδω, απλώνω, εκτείνομαι, επέκταση, εκτείνω, τεντώνω, τεντώνομαι, φουντώνω, τεζάρω, επεκτείνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- балласт στα ελληνικά - έρμα, σαβουρώνω, σαβούρα, έρματος, στραγγαλιστικού πηνίου, στραγγαλιστικό πηνίο, ballast
- беззлобный στα ελληνικά - ευγενικά, πολύ εγκάρδιος, καλοσυνάτα, καλοκάγαθους, καλόκαρδος
- весть στα ελληνικά - μήνυμα, ειδήσεις, άγγελμα, νέα, News, ειδήσεων, είδηση
- всаживать στα ελληνικά - φυτό, μπήγω, χώνω, ώθηση, βάζω, εργοστάσιο, φυτεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Протянуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτάνω, διαδίδω, απλώνω, εκτείνομαι, επέκταση, εκτείνω, τεντώνω, τεντώνομαι, φουντώνω, τεζάρω, επεκτείνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει
Μεταφράσεις: φτάνω, διαδίδω, απλώνω, εκτείνομαι, επέκταση, εκτείνω, τεντώνω, τεντώνομαι, φουντώνω, τεζάρω, επεκτείνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, να φτάσει