Разъяряться στα ελληνικά
Μετάφραση: разъяряться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρμόζω, αποκτώ, παίρνω, γίνομαι, εξαγριώ, εξαγριώνω, εξαγριώσει, εξοργίσει, εξαγριώσουν
Μεταφράσεις
- акустический στα ελληνικά - ακουστικός, ηχητικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
- бурлак στα ελληνικά - πύργος, Bourlak
- венгр στα ελληνικά - Ούγγρος, ουγγρικός, ουγγρική, ουγγρικής, ουγγρικές
- дутье στα ελληνικά - έκρηξη, φύσημα, βλαστική, blast, ωστικό κύμα
Τυχαίες λέξεις
Разъяряться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρμόζω, αποκτώ, παίρνω, γίνομαι, εξαγριώ, εξαγριώνω, εξαγριώσει, εξοργίσει, εξαγριώσουν
Μεταφράσεις: αρμόζω, αποκτώ, παίρνω, γίνομαι, εξαγριώ, εξαγριώνω, εξαγριώσει, εξοργίσει, εξαγριώσουν