Расколоть στα ελληνικά

Μετάφραση: расколоть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, διχοτομία, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη
Расколоть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бездействие στα ελληνικά - απραξία, διαχείμαση, αδράνεια, αδράνειας, η αδράνεια, απραξίας
  • вспыльчивый στα ελληνικά - εμπαθής, βιαστικός, φλογερός, βίαιος, εσπευσμένος, παθιασμένος, εμπρηστικός, ...
  • гекатомба στα ελληνικά - εκατόμβη, την εκατόμβη
  • диетический στα ελληνικά - διαίτης, διατροφικές, διαιτητικές, διαιτητικά, διαιτητικών
Τυχαίες λέξεις
Расколоть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοίρα, ρωγμή, μοιράζω, σχίζω, ραγίζω, σπάζω, ράγισμα, διχοτομία, διαίρεση, διάσπαση, διαχωρισμός, διαχωρισμό, διασπασμένη