Расцепление στα ελληνικά

Μετάφραση: расцепление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυκλοφορώ, δημοσιεύω, εκκρίνω, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Расцепление στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • беспорядки στα ελληνικά - πάθηση, ενόχληση, σάλος, ακαταστασία, φασαρία, διαταραχή, αταξία, ...
  • блюстительница στα ελληνικά - κηδεμόνας, blyustitelnitsa
  • виктор στα ελληνικά - νικητής, Victor, Βίκτωρ, Ο Victor, τον Victor
  • деликатность στα ελληνικά - λιχουδιά, λεπτότητα, διπλωματικότητα, έδεσμα, λιχουδιάς, ευαισθησία
Τυχαίες λέξεις
Расцепление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυκλοφορώ, δημοσιεύω, εκκρίνω, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση