Скрепляться στα ελληνικά

Μετάφραση: скрепляться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζαρώνω, πλέκω, θρέφω, δεμένη, πλέκει, πλέκουν, πλέκουμε
Скрепляться στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • водосборник στα ελληνικά - επικεφαλίδα, κεφαλίδα, header, μπάλα, απομακρύνοντας τη μπάλα
  • гирлянда στα ελληνικά - στεφάνι, κλοπιμαία, swag, κλοπιμαία για, τα κλοπιμαία, με τα κλοπιμαία
  • гомонить στα ελληνικά - βαβούρα, χαλασμός, θόρυβος, η βαβούρα, τη βαβούρα
  • директор στα ελληνικά - πρόεδρος, ράμφος, ηγετικός, μετρ, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, ...
Τυχαίες λέξεις
Скрепляться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζαρώνω, πλέκω, θρέφω, δεμένη, πλέκει, πλέκουν, πλέκουμε