Собеседник στα ελληνικά
Μετάφραση: собеседник, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομήγυρη, εταιρία, παρέα, θίασος, συνομιλητής, συνομιλητή, ο συνομιλητής, το συνομιλητή, διαπραγματευτή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бандитский στα ελληνικά - σκληρός, σκληρή, δύσκολο, σκληρό, σκληρές
- взорванный στα ελληνικά - καταραμένος, ανατίναξε, κατηγόρησε, ανατίναξαν, αμμοβολή
- встречать στα ελληνικά - συνάντηση, συναντώ, χαιρετώ, χαιρετίζω, Γνώρισε, Γνωρίστε, πληρούν, ...
- диализ στα ελληνικά - διάλυση, αιμοκάθαρση, αιμοκάθαρσης, διαπίδυση, διαπίδυσης
Τυχαίες λέξεις
Собеседник στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομήγυρη, εταιρία, παρέα, θίασος, συνομιλητής, συνομιλητή, ο συνομιλητής, το συνομιλητή, διαπραγματευτή
Μεταφράσεις: ομήγυρη, εταιρία, παρέα, θίασος, συνομιλητής, συνομιλητή, ο συνομιλητής, το συνομιλητή, διαπραγματευτή