Теплопроводность στα ελληνικά
Μετάφραση: теплопроводность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζέστη, θερμαίνω, ζεσταίνω, θερμική αγωγιμότητα, θερμικής αγωγιμότητας, τη θερμική αγωγιμότητα, της θερμικής αγωγιμότητας, θερμικής αγωγιμότητος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вокзал στα ελληνικά - τέρμα, σταθμός, σιδηροδρομικός σταθμός, σιδηροδρομικό σταθμό, το σιδηροδρομικό σταθμό, σιδηροδρομικού σταθμού, σιδηροδρομικό σταθμό του
- глобулярный στα ελληνικά - σφαιρικός, σφαιροειδής, σφαιρικό, σφαιρικά, σφαιρικές
- диминуэндо στα ελληνικά - diminuendo
- дрессировщик στα ελληνικά - προπονητής, εκπαιδευτής, γυμναστής, εκπαιδευτή, προπονητή
Τυχαίες λέξεις
Теплопроводность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζέστη, θερμαίνω, ζεσταίνω, θερμική αγωγιμότητα, θερμικής αγωγιμότητας, τη θερμική αγωγιμότητα, της θερμικής αγωγιμότητας, θερμικής αγωγιμότητος
Μεταφράσεις: ζέστη, θερμαίνω, ζεσταίνω, θερμική αγωγιμότητα, θερμικής αγωγιμότητας, τη θερμική αγωγιμότητα, της θερμικής αγωγιμότητας, θερμικής αγωγιμότητος