Тумак στα ελληνικά
Μετάφραση: тумак, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπρώχνω, φυσώ, μανικέτι, μπουφές, σπρώξιμο, χτύπημα, μανσέτα, σφαλιάρα, Cuff, Μανικετόκουμπα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ароматный στα ελληνικά - γλυκός, αποπνέων, ευώδης, αρωματικός, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ...
- божба στα ελληνικά - όρκος, όρκο, όρκου, ενόρκως, τον όρκο
- верховенство στα ελληνικά - ηγεμονία, ηγεσία, κυριαρχία, υπεροχή, υπεροχής, την υπεροχή, κυριαρχίας
- дистрибуция στα ελληνικά - κατανομή, διανομή, διανομής, κατανομής, τη διανομή
Τυχαίες λέξεις
Тумак στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπρώχνω, φυσώ, μανικέτι, μπουφές, σπρώξιμο, χτύπημα, μανσέτα, σφαλιάρα, Cuff, Μανικετόκουμπα
Μεταφράσεις: σπρώχνω, φυσώ, μανικέτι, μπουφές, σπρώξιμο, χτύπημα, μανσέτα, σφαλιάρα, Cuff, Μανικετόκουμπα