Чудачество στα ελληνικά
Μετάφραση: чудачество, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραξενιά, ιδιορρυθμία, αφύσικο, φρικιό, τέρας, φρικτό, freak, φρικτός
Μεταφράσεις
- выдалбливание στα ελληνικά - σκάψιμο, Ιουλιανός, σμιλεύσεως, gouging
- выцветший στα ελληνικά - σκοτεινός, dingy, μουντά, βρώμικη, βρώμικοι
- газонокосилка στα ελληνικά - μπικουτί, χορτοκόπτης, μηχανή του γκαζόν, χλοοκοπτικό, θεριστή χορτοταπήτων, χλοοκοπτική μηχανή
- демография στα ελληνικά - δημογραφία, τη δημογραφία, δημογραφίας, δημογραφία των, τη δημογραφία των
Τυχαίες λέξεις
Чудачество στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραξενιά, ιδιορρυθμία, αφύσικο, φρικιό, τέρας, φρικτό, freak, φρικτός
Μεταφράσεις: παραξενιά, ιδιορρυθμία, αφύσικο, φρικιό, τέρας, φρικτό, freak, φρικτός