Штапельный στα ελληνικά
Μετάφραση: штапельный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, συνδετήρας, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аденоиды στα ελληνικά - αδενοειδών εκβλαστήσεων, αδενοειδείς εκβλαστήσεις, των αδενοειδών εκβλαστήσεων, αδενοειδών, αδενοειδείς
- возведение στα ελληνικά - ξαναρχίζω, περίληψη, ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
- делёж στα ελληνικά - διχασμός, μεραρχία, διαίρεση, delёzh
- европейский στα ελληνικά - Ευρωπαϊκό, Ευρωπαϊκή, Ευρωπαϊκής, Ευρωπαϊκού, Ευρωπαϊκών
Τυχαίες λέξεις
Штапельный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, συνδετήρας, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς
Μεταφράσεις: κύριος, συνδετήρας, βασικός, συνεχείς, μη συνεχών, μη συνεχείς, ασυνεχών, ασυνεχείς