Яркость στα ελληνικά
Μετάφραση: яркость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταση, φωτεινότητα, λάμψη, φωτεινότητας, τη φωτεινότητα, φωτεινότητα της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аккомпанировать στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
- бесплотный στα ελληνικά - αιθέρια, αιθέριο, αιθερικό, αιθερικού, αιθερικά
- глотка στα ελληνικά - λαιμός, χελιδόνι, φαράγγι, καταπίνω, λαγκάδι, λαιμό, λαιμού, ...
- дыхательный στα ελληνικά - αναπνοή, αναπνοής, αναπνευστική, την αναπνοή, στην αναπνοή
Τυχαίες λέξεις
Яркость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταση, φωτεινότητα, λάμψη, φωτεινότητας, τη φωτεινότητα, φωτεινότητα της
Μεταφράσεις: ένταση, φωτεινότητα, λάμψη, φωτεινότητας, τη φωτεινότητα, φωτεινότητα της