Ležérni στα ελληνικά
Μετάφραση: ležérni, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλαρός, λάσκος, ελαστικός, ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό
Μεταφράσεις
- lež στα ελληνικά - ψεύδομαι, κείμαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
- ležať στα ελληνικά - κείμαι, ψεύδομαι, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
- li στα ελληνικά - αν, εάν, είτε, όπου, Όταν, Σε περίπτωση, Πού, ...
- liberál στα ελληνικά - φιλελεύθερος, Φιλελευθέρων, των Φιλελευθέρων, Φιλελεύθερης, Φιλελεύθερο
Τυχαίες λέξεις
Ležérni στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλαρός, λάσκος, ελαστικός, ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό
Μεταφράσεις: χαλαρός, λάσκος, ελαστικός, ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό