Stlačiť στα ελληνικά

Μετάφραση: stlačiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιέζω, πρεσάρω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Stlačiť στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stisk στα ελληνικά - στύβω, ζουλώ, στριμώχνω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, ...
  • stlačiteľný στα ελληνικά - συμπιεστός, συμπιέσιμο, συμπιεστό, συμπιεστού, συμπιέσιμη
  • sto στα ελληνικά - εκατόν, εκατό, εκατοντάδες, εκατοντάδων, διακόσια
  • stodola στα ελληνικά - αχυρώνας, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες
Τυχαίες λέξεις
Stlačiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιέζω, πρεσάρω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε