Kámen στα ελληνικά
Μετάφραση: kámen, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις
- kaluž στα ελληνικά - λούτσα, λιμνούλα, σεντίνες, υδροσυλλέκτες, υδροσυλλέκτες του, τους υδροσυλλέκτες, υδροσυλλέκτες του κύτους
- kam στα ελληνικά - όπου, που, όταν, εφόσον
- kamenina στα ελληνικά - βράχος, βράχο, ροκ, βράχου, πέτρα
- kamera στα ελληνικά - κάμερα, έκκεντρο, cam, Πίνακας, έκκεντρου
Τυχαίες λέξεις
Kámen στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη