Levo στα ελληνικά

Μετάφραση: levo, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφησα, αριστερός, έφυγα, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, μείνει
Levo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • leták στα ελληνικά - φυλλάδιο
  • levice στα ελληνικά - αριστερός, άφησα, έφυγα, αριστερά, Αριστερή, Αριστερό, άφησε, ...
  • leč στα ελληνικά - ωστόσο, όμως, ακόμα, φακός, φακού, Lens, φακό, ...
  • leči στα ελληνικά - αναπτήρας, μαούνα, φακός, φακού, φακό, φακών, του φακού
Τυχαίες λέξεις
Levo στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφησα, αριστερός, έφυγα, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, μείνει