Bråk στα ελληνικά
Μετάφραση: bråk, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπος, πάταγος, ενοχλούμαι, ενόχληση, μπελάς, θόρυβος, σάλος, συμπλέκομαι, σαματάς, ενοχλώ, παραζάλη, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, αναμαλλιάζω, αναταραχή, κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brådska στα ελληνικά - σπεύδω, ορμή, τρέχω, βιασύνη, βιάζομαι, Rush, αιχμής, ...
- brådskande στα ελληνικά - επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
- bråkig στα ελληνικά - θορυβώδης, εριστικός, νταής, θορυβώδες, Ταραχοποιός, Ρόουντι
- bröd στα ελληνικά - φρατζόλα, ψωμί, ψωμιού, το ψωμί, άρτου, του ψωμιού
Τυχαίες λέξεις
Bråk στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπος, πάταγος, ενοχλούμαι, ενόχληση, μπελάς, θόρυβος, σάλος, συμπλέκομαι, σαματάς, ενοχλώ, παραζάλη, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, αναμαλλιάζω, αναταραχή, κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Μεταφράσεις: κόπος, πάταγος, ενοχλούμαι, ενόχληση, μπελάς, θόρυβος, σάλος, συμπλέκομαι, σαματάς, ενοχλώ, παραζάλη, σκοτίζομαι, ταλαιπωρία, αναμαλλιάζω, αναταραχή, κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που