Ενόχληση στα σουηδικά
Μετάφραση: ενόχληση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
oväsen, bråk, uppståndelse, oro, olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενόχληση
ενόχληση στους όρχεις, ενόχληση στο στήθος, ενόχληση στο γόνατο, ενόχληση στον λαιμό, ενόχληση στο μάτι, ενόχληση λεξικό γλώσσας σουηδικά, ενόχληση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ενυδρείο στα σουηδικά - akvarium, Aquarium, akvariet
- ενότητα στα σουηδικά - enhet, enighet, enheten, enhets, enhetlighet
- ενώ στα σουηδικά - stund, medan, samtidigt, samtidigt som, när, under
- ενώνω στα σουηδικά - förena, foga, skarv, koppla, anknyta, ansluta, gå, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενόχληση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: oväsen, bråk, uppståndelse, oro, olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga
Μεταφράσεις: oväsen, bråk, uppståndelse, oro, olägenhet, olägenheter, besvär, störande, plåga