Finna στα ελληνικά

Μετάφραση: finna, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βρίσκω, εύρημα, ανεύρεση, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί
Finna στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • finger στα ελληνικά - δάκτυλο, δάχτυλο, δάχτυλό, το δάχτυλό, δακτύλου
  • finkänslig στα ελληνικά - μαλθακός, λεπτός, φίνος, ευαίσθητος, λεπτή, λεπτό, ευαίσθητη
  • finnas στα ελληνικά - είμαι, βρίσκομαι, διανύω, είναι, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, ...
  • finne στα ελληνικά - σπυρί, σπυρακιών, pimple, σπυράκι, το σπυράκι
Τυχαίες λέξεις
Finna στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βρίσκω, εύρημα, ανεύρεση, βρέθηκαν, βρέθηκε, διαπιστώθηκε, διαπίστωσε, βρεθεί