Εύρημα στα σουηδικά

Μετάφραση: εύρημα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
finna, upptäcka, hitta, hittar, du, att hitta
Εύρημα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύρημα

αρχαιολογικό εύρημα, εύρημα συνωνυμο, εύρημα της αμφίπολης, πλασματικό εύρημα, εύρημα στα αγγλικά, εύρημα λεξικό γλώσσας σουηδικά, εύρημα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εύπιστος στα σουηδικά - godtrogna, lättlurade, lättlurad, godtrogen, gullible
  • εύπορος στα σουηδικά - förmögen, yppig, riklig, biflod, rik, sparsam, Thrifty, ...
  • εύρος στα σουηδικά - amplitud, vidd, bredd, bredden
  • εύσαρκος στα σουηδικά - korpulent, korpulenta, korpulente, corpulent
Τυχαίες λέξεις
Εύρημα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: finna, upptäcka, hitta, hittar, du, att hitta