Klok στα ελληνικά

Μετάφραση: klok, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοφός, συνετός, φασκόμηλο, φασκομηλιά, επιδέξιος, φρόνιμος, έξυπνος, σοφό, σοφή, συνετό, σοφοί
Klok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klo στα ελληνικά - δαγκάνα, νύχι, νυχιών, σιαγόνας, νυχιού
  • klocka στα ελληνικά - ρολόι, ρολογιού, το ρολόι, του ρολογιού, εικοσιτετράωρο
  • klor στα ελληνικά - χλωρο, χλωρό, χλώριο, χλωριο, χλώρο
  • kloroform στα ελληνικά - χλωροφόρμιο, χλωροφορμίου, χλωροφόρμιον, το χλωροφόρμιο, χλωροφόρμιου
Τυχαίες λέξεις
Klok στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοφός, συνετός, φασκόμηλο, φασκομηλιά, επιδέξιος, φρόνιμος, έξυπνος, σοφό, σοφή, συνετό, σοφοί