Korpulent στα ελληνικά
Μετάφραση: korpulent, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γερός, τροφαντός, εύσωμος, εύσαρκος, θαρραλέος, παχύσαρκος, εύσαρκης, corpulent, παχύσαρκα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- korn στα ελληνικά - ψίχα, σπυρί, καλαμπόκι, δημητριακά, δημητριακό, κόκκος, κριθάρι, ...
- korp στα ελληνικά - κοράκι, Raven, το κοράκι, κόρακας
- korrektur στα ελληνικά - απόδειξη, πειστήριο, μόνωση, γλωσσικού ελέγχου, Γλωσσικού, Proofing, Η διόγκωση
- korrespondens στα ελληνικά - αλληλογραφία, σημείωση, σημείωμα, Σημ, Υπόδειξη, Σημειώστε
Τυχαίες λέξεις
Korpulent στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γερός, τροφαντός, εύσωμος, εύσαρκος, θαρραλέος, παχύσαρκος, εύσαρκης, corpulent, παχύσαρκα
Μεταφράσεις: γερός, τροφαντός, εύσωμος, εύσαρκος, θαρραλέος, παχύσαρκος, εύσαρκης, corpulent, παχύσαρκα