Låta στα ελληνικά
Μετάφραση: låta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφήνω, άδεια, φωνή, γερός, επιτρέπω, ενοικιάζομαι, ήχος, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lås στα ελληνικά - κλειδαριά, κλειδώσετε, κλειδώσει, κλειδώνει, κλειδώστε
- låsa στα ελληνικά - κλειδαριά, κλειδώσετε, κλειδώσει, κλειδώνει, κλειδώστε
- löda στα ελληνικά - κολλώ, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων
- lödder στα ελληνικά - αφρίζω, σαπουνάδα, αφρό, σαπουνάδας, αφρού, αφρισμό
Τυχαίες λέξεις
Låta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφήνω, άδεια, φωνή, γερός, επιτρέπω, ενοικιάζομαι, ήχος, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε
Μεταφράσεις: αφήνω, άδεια, φωνή, γερός, επιτρέπω, ενοικιάζομαι, ήχος, ας, αφήστε, αφήσει, επιτρέψτε, αφήσουμε