Mängd στα ελληνικά

Μετάφραση: mängd, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλήθος, ποσότητα, ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, ποικιλία, ποικιλίας, διάφορες, διάφορα, ποικίλες
Mängd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mäklare στα ελληνικά - πράκτορας, παράγων, παράγοντας, χρηματομεσίτης, συντελεστής, μεσίτης, Broker, ...
  • mäktig στα ελληνικά - δυναμικός, δυνατός, κραταιός, ισχυρός, ισχυρό, ισχυρή, ισχυρά, ...
  • mänsklig στα ελληνικά - άνθρωπος, ανθρώπινος, ανθρώπινη, ανθρώπινα, ανθρώπινο, ανθρώπινης
  • mänsklighet στα ελληνικά - ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
Τυχαίες λέξεις
Mängd στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλήθος, ποσότητα, ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, ποικιλία, ποικιλίας, διάφορες, διάφορα, ποικίλες