Slutsats στα ελληνικά

Μετάφραση: slutsats, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκβαση, λήξη, τεύχος, θέμα, επίπτωση, συμπέρασμα, σημασία, αποτέλεσμα, συνέπεια, τέλος, κατάληξη, σύναψη, συμπέρασμα Η, Συ πέρασ α, συμπέρασμα για
Slutsats στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • sluta στα ελληνικά - περατώνω, τελειώνω, τέλος, τερματισμός, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, ...
  • slutgiltig στα ελληνικά - ύστατος, απώτατος, τελικός, έσχατος, οριστικός, οριστικού, οριστική, ...
  • slutta στα ελληνικά - κλίνω, γέρνω, πλαγιά, κατηφορίζω, κλίση, Slope, πρανών, ...
  • slyngel στα ελληνικά - παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, αλήτης, προχειροφτιάχνω, τιποτένιος, εκτελώ ατεχνώς
Τυχαίες λέξεις
Slutsats στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκβαση, λήξη, τεύχος, θέμα, επίπτωση, συμπέρασμα, σημασία, αποτέλεσμα, συνέπεια, τέλος, κατάληξη, σύναψη, συμπέρασμα Η, Συ πέρασ α, συμπέρασμα για