Smörja στα ελληνικά

Μετάφραση: smörja, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γράσο, λιπαντικό, λιπαίνετε, λιπαίνει, λιπάνετε, λιπαίνουν, λιπάνετέ
Smörja στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • småsak στα ελληνικά - πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
  • smör στα ελληνικά - βούτυρο, βουτύρου, το βούτυρο, του βουτύρου, βούτυρο που
  • snabb στα ελληνικά - γρήγορα, γοργός, γρήγορος, γρήγορη, γρήγορο, ταχείας
  • snabbhet στα ελληνικά - ταχύτητα, ταχύτητας, την ταχύτητα, της ταχύτητας, ταχυτήτων
Τυχαίες λέξεις
Smörja στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γράσο, λιπαντικό, λιπαίνετε, λιπαίνει, λιπάνετε, λιπαίνουν, λιπάνετέ