Stim στα ελληνικά

Μετάφραση: stim, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχολείο, STIM, η STIM, της STIM, ΔΙΕΓ
Stim στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stillhet στα ελληνικά - ήσυχος, ησυχασμός, σιωπή, σωπαίνω, νηνεμία, αταραξία, σιγή, ...
  • stillsam στα ελληνικά - ησυχασμός, ήσυχος, γαλήνιος, ήρεμος, ήρεμο, ήσυχη, ήσυχο
  • stimulera στα ελληνικά - διεγείρω, τόνωση, τόνωση της, την τόνωση της, την τόνωση, διέγερσης
  • sting στα ελληνικά - τσιτώνω, κεντώ, τρυπώ, κέντημα, τσίμπημα, κεντρί, τσιμπήματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Stim στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχολείο, STIM, η STIM, της STIM, ΔΙΕΓ