Birim στα ελληνικά

Μετάφραση: birim, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα
Birim στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biricik στα ελληνικά - μοναχικός, ασυντρόφευτος, απόκοσμος, πέλμα, γλώσσα, μόνο, μοναδικός, ...
  • biriktirmek στα ελληνικά - συλλέγω, περισυλλέγω, μαζεύω, μαζεύομαι, συσσωρεύω, συγκεντρώνομαι, συγκεντρώνω, ...
  • birinci στα ελληνικά - πρώτος, πρώτα, πρώτη, πρώτο, πρώτου
  • birkaç στα ελληνικά - λίγοι, μερικοί, μερικός, διάφοροι, αρκετές, πολλές, διάφορες, ...
Τυχαίες λέξεις
Birim στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονάδα, μονάδας, συσκευή, μονάδος, ενότητα