Hapa στα ελληνικά

Μετάφραση: hapa, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λερωμένος, βρώμικος, Haba, Haba ο, Haba με
Hapa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hanım στα ελληνικά - σύζυγος, κυρία, γυναίκα, κοπέλα, κυρίας, κυρία που
  • hap στα ελληνικά - χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια
  • hapishane στα ελληνικά - μάντρα, σωφρονιστήριο, στυλό, φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, ...
  • harabe στα ελληνικά - χαντακώνω, χαλώ, ρήμαγμα, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, ...
Τυχαίες λέξεις
Hapa στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: λερωμένος, βρώμικος, Haba, Haba ο, Haba με