Kir στα ελληνικά
Μετάφραση: kir, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιπαντικό, κηλίδα, μαγαρίζω, μουρνταριά, γράσο, λεκιάζω, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kimyasal στα ελληνικά - χημικός, χημική ουσία, χημική, χημικών, χημικές
- kin στα ελληνικά - εικοσαριά, σκορ, μνησικακία, άχτι, σκοράρω, έχθρα, μίσος, ...
- kira στα ελληνικά - ενοικιάζω, νοίκι, εκμίσθωση, μίσθωση, ενοίκιο, μίσθωμα, ενοικίαση, ...
- kiracı στα ελληνικά - ένοικος, κολίγας, νοικάρης, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
Τυχαίες λέξεις
Kir στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιπαντικό, κηλίδα, μαγαρίζω, μουρνταριά, γράσο, λεκιάζω, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά
Μεταφράσεις: λιπαντικό, κηλίδα, μαγαρίζω, μουρνταριά, γράσο, λεκιάζω, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά