Orijinal στα ελληνικά
Μετάφραση: orijinal, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξιοτέχνης, κύριος, αφέντης, μετρ, γνήσιος, πρωτότυπος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- organik στα ελληνικά - οργανικός, οργανική, οργανικό, οργανικά, οργανικές
- organizma στα ελληνικά - όν, οργανισμός, οργανισμού, οργανισμό, οργανισμών, οργανισμούς
- orman στα ελληνικά - δάσος, ξύλο, ξυλεία, δασών, δασικών, των δασών, δάσους
- ormanlık στα ελληνικά - δασώδης, δάσος, δάση, δασικές εκτάσεις, δασικών εκτάσεων, δασικές περιοχές
Τυχαίες λέξεις
Orijinal στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξιοτέχνης, κύριος, αφέντης, μετρ, γνήσιος, πρωτότυπος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Μεταφράσεις: δεξιοτέχνης, κύριος, αφέντης, μετρ, γνήσιος, πρωτότυπος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού