Rom στα ελληνικά

Μετάφραση: rom, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρούμι, το ρούμι, ρουμιού, ρούμι που
Rom στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • roket στα ελληνικά - ρόκα, ρουκέτα, πύραυλος, πυραύλων, πυραυλικά
  • rol στα ελληνικά - μερίδιο, χωρίζω, ρόλος, ρόλο, ρόλου, το ρόλο, ο ρόλος
  • roman στα ελληνικά - καινοφανής, μυθιστόρημα, νέα, νέων, νέες, νέο
  • romantik στα ελληνικά - ρομαντικός, ρομαντικό, ρομαντική, ρομαντικές, ρομαντικά
Τυχαίες λέξεις
Rom στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρούμι, το ρούμι, ρουμιού, ρούμι που