Sızlamak στα ελληνικά
Μετάφραση: sızlamak, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πονώ, λαχταρώ, πόνος, καίω, τσούζω, ριγήσουν, τσούζει, τσούξει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sırıtma στα ελληνικά - γκριμάτσα, πλατύ χαμόγελο, χαμόγελο, grin, το χαμόγελο
- sıvı στα ελληνικά - υγρό, υγρού, υγρή, υγρών, υγρά
- sıçan στα ελληνικά - αρουραίος, αρουραίου, αρουραίο, επίμυος, αρουραίων
- sıçrama στα ελληνικά - γκελ, χοροπηδώ, βουτιά, splash, πιτσιλίσματος, παφλασμό, σταγονίδια
Τυχαίες λέξεις
Sızlamak στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: πονώ, λαχταρώ, πόνος, καίω, τσούζω, ριγήσουν, τσούζει, τσούξει
Μεταφράσεις: πονώ, λαχταρώ, πόνος, καίω, τσούζω, ριγήσουν, τσούζει, τσούξει