Suçsuz στα ελληνικά
Μετάφραση: suçsuz, Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τούρκικα
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθώος, δεν είναι ένοχος, αθώοι, μη ένοχος, ένοχος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- suçlamak στα ελληνικά - κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
- suçlu στα ελληνικά - απατεώνας, εγκληματικός, ένοχος, φυγάς, εγκληματίας, κακοποιός, ένοχοι, ...
- suçsuzluk στα ελληνικά - αθωότητα, αθωότητας, αθωότητά, την αθωότητά, την αθωότητα
- sökmek στα ελληνικά - κατεδαφίζω, ξήλωμα, ξεσκίζω, σκίζω, ΠΕΕ, rip
Τυχαίες λέξεις
Suçsuz στα ελληνικά - Λεξικό: τούρκικα » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθώος, δεν είναι ένοχος, αθώοι, μη ένοχος, ένοχος
Μεταφράσεις: αθώος, δεν είναι ένοχος, αθώοι, μη ένοχος, ένοχος