Účinný στα ελληνικά
Μετάφραση: účinný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αληθινός, κραταιός, ισχυρός, αποδοτικός, πρακτικός, ακμαίος, δυνατός, αποτελεσματικός, δραστήριος, πραγματικός, ενεργός, ενεργητικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dvojmocnina στα ελληνικά - πλατεία, τετράγωνο
- hýkat στα ελληνικά - γκαρίζω, ογκένισμα, ογκανίζω, γκάρισμα, Bray
- nokturno στα ελληνικά - νυχτερινό, νυκτωδία, Nocturne, εικών νυκτός, νυχτερινή σκηνή
- odloučeně στα ελληνικά - χωριστά, χωρισμός, διαχωρισμού, διαχωρισμό, διαχωρισμός, χωρισμού
Τυχαίες λέξεις
Účinný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αληθινός, κραταιός, ισχυρός, αποδοτικός, πρακτικός, ακμαίος, δυνατός, αποτελεσματικός, δραστήριος, πραγματικός, ενεργός, ενεργητικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Μεταφράσεις: αληθινός, κραταιός, ισχυρός, αποδοτικός, πρακτικός, ακμαίος, δυνατός, αποτελεσματικός, δραστήριος, πραγματικός, ενεργός, ενεργητικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές