Ενεργητικός στα τσεχικά
Μετάφραση: ενεργητικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
energický, rázný, účinný, energetické, aktivní, energetická, energetický
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενεργητικός
ενεργητικός και μέσος αόριστος β, ενεργητικός αόριστος, ενεργητικός διαλογισμός, ενεργητικός και παθητικός αόριστος, ενεργητικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ενεργητικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ενεργά στα τσεχικά - aktivní, účinná, aktivním, činné, aktivního
- ενεργητικό στα τσεχικά - majetek, přínos, klad, výhoda, aktiva, aktiv, majetku
- ενεργοποίηση στα τσεχικά - oživení, aktivace, aktivační, aktivaci, aktivací
- ενεργοποιώ στα τσεχικά - povzbudit, pohnout, aktivovat, vyvolávat, spustit, energii, napájení, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενεργητικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: energický, rázný, účinný, energetické, aktivní, energetická, energetický
Μεταφράσεις: energický, rázný, účinný, energetické, aktivní, energetická, energetický