Šikmo στα ελληνικά
Μετάφραση: šikmo, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοξά, στραβά, λοξός, λοξότητα, λοξή, παραποιήσει, skew
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jakýkoli στα ελληνικά - οτιδήποτε, κάθε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε, τυχόν, οποιοσδήποτε
- napřímit στα ελληνικά - ανατρέφω, πισινός, ανεγείρω, κόκορας, ορθώνω, αναστηλώνω, πετεινός, ...
- obyčejně στα ελληνικά - κοινώς, γενικά, κοινά, συνήθως, που συνήθως, κανόνα
- ohnivě στα ελληνικά - heatedly, ζέση
Τυχαίες λέξεις
Šikmo στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοξά, στραβά, λοξός, λοξότητα, λοξή, παραποιήσει, skew
Μεταφράσεις: λοξά, στραβά, λοξός, λοξότητα, λοξή, παραποιήσει, skew