Bezpečnost στα ελληνικά
Μετάφραση: bezpečnost, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασυδοσία, ανοσία, ασφάλεια, αντίκρισμα, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, της ασφάλειας
Μεταφράσεις
- bezobsažný στα ελληνικά - άγραφος, λευκός, άγραφτος, κενό, νηστίσιμα, meatless, χωρίς κρέας, ...
- bezodkladný στα ελληνικά - άμεσος, άμεση, άμεσο, άμεσης, άμεσα
- bezpečný στα ελληνικά - εχέγγυος, συνεπής, ασφαλίζω, φερέγγυος, διασφαλίζω, αλάνθαστος, σίγουρος, ...
- bezpečně στα ελληνικά - ακράδαντα, σφικτά, σταθερά, ασφάλεια, με ασφάλεια, ασφαλή, ασφαλώς
Τυχαίες λέξεις
Bezpečnost στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασυδοσία, ανοσία, ασφάλεια, αντίκρισμα, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, της ασφάλειας
Μεταφράσεις: ασυδοσία, ανοσία, ασφάλεια, αντίκρισμα, ασφάλειας, ασφαλείας, την ασφάλεια, της ασφάλειας