Ασφάλεια στα τσεχικά

Μετάφραση: ασφάλεια, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ručení, spolehlivost, zástava, bezpečnost, jistota, zabezpečení, pojištění, pevnost, záruka, bezpečí, zajištění, ochrana, bezpečnostní, bezpečnosti
Ασφάλεια στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλεια

ασφάλεια πληροφοριακών συστημάτων, ασφάλεια στο διαδίκτυο για παιδιά, ασφάλεια στο διαδίκτυο, ασφάλεια ζωής, ασφάλεια αυτοκινήτου, ασφάλεια λεξικό γλώσσας τσεχικά, ασφάλεια στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ασυντρόφευτος στα τσεχικά - samotář, jediný, sám, samotářský, samotný, poustevník, osamocený, ...
  • ασυνόδευτος στα τσεχικά - opuštěný, bez doprovodu, nedoprovázené, doprovodu, nedoprovázených
  • ασφάλιση στα τσεχικά - pojištění, pojišťovny, pojistka, ručení, povinného
  • ασφαλής στα τσεχικά - zaručený, zajistit, zajištěný, spolehlivý, jistý, připevnit, jistit, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλεια στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: ručení, spolehlivost, zástava, bezpečnost, jistota, zabezpečení, pojištění, pevnost, záruka, bezpečí, zajištění, ochrana, bezpečnostní, bezpečnosti