Ασυδοσία στα τσεχικά
Μετάφραση: ασυδοσία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chráněnost, nedotknutelnost, beztrestnost, odolnost, bezpečnost, imunita, imunity, imunitu, odolnosti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυδοσία
ασυδοσία συνώνυμα, ασυδοσία ετυμολογία, ασυδοσία λεξικό, ασυδοσία translate, ελευθερία ασυδοσία, ασυδοσία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ασυδοσία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αστυφύλακας στα τσεχικά - policista, policajt, Constable, konstábl, strážník, konstáblem
- αστός στα τσεχικά - měšťák, měšťan, měšťanem, měšťanský
- ασυλία στα τσεχικά - domov, azyl, útulek, útočiště, imunita, imunity, odolnost, ...
- ασυμβίβαστος στα τσεχικά - neslučitelný, neslučitelné, neslučitelná, nekompatibilní, neslučitelnou
Τυχαίες λέξεις
Ασυδοσία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: chráněnost, nedotknutelnost, beztrestnost, odolnost, bezpečnost, imunita, imunity, imunitu, odolnosti
Μεταφράσεις: chráněnost, nedotknutelnost, beztrestnost, odolnost, bezpečnost, imunita, imunity, imunitu, odolnosti