Dějinný στα ελληνικά
Μετάφραση: dějinný, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιστορικός, ιστορικό, ιστορική, ιστορικά, ιστορικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dějepisec στα ελληνικά - ιστοριογράφος, ιστορικός, ιστορικό, ιστορικού, ο ιστορικός
- dějepisectví στα ελληνικά - ιστοριογραφία, ιστοριογραφίας, την ιστοριογραφία, η ιστοριογραφία
- dějiny στα ελληνικά - ιστορία, ιστορίας, ιστορικό, την ιστορία, ιστορικού
- dějiště στα ελληνικά - θέατρο, τοπίο, φάση, σκηνοθετώ, σκηνή, στάδιο, θεάτρου, ...
Τυχαίες λέξεις
Dějinný στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιστορικός, ιστορικό, ιστορική, ιστορικά, ιστορικές
Μεταφράσεις: ιστορικός, ιστορικό, ιστορική, ιστορικά, ιστορικές