Dělení στα ελληνικά
Μετάφραση: dělení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διχασμός, χωρισμός, μεραρχία, διαίρεση, υποδιαίρεση, χωρίστρα, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dělba στα ελληνικά - κατανομή, διανομή, διαίρεση, τμήμα, διαίρεσης, καταμερισμό
- dělenec στα ελληνικά - μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
- dělit στα ελληνικά - μοιράζω, κλήρος, διχάζω, ρυάκι, χωρίζω, μερίδιο, ρέω, ...
- dělitel στα ελληνικά - παράγοντας, συντελεστής, παράγοντα, συντελεστή, στοιχείο
Τυχαίες λέξεις
Dělení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διχασμός, χωρισμός, μεραρχία, διαίρεση, υποδιαίρεση, χωρίστρα, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
Μεταφράσεις: διχασμός, χωρισμός, μεραρχία, διαίρεση, υποδιαίρεση, χωρίστρα, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό