Erodovat στα ελληνικά
Μετάφραση: erodovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβρώνω, διαβρώνουν, διαβρώσει, διαβρώσουν, να διαβρώσει, διαβρώνεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- erb στα ελληνικά - οικόσημο, οικοσημολογία, όπλα, θυρεός, θυρεό, εθνόσημο, κάλυψη των όπλων
- erekce στα ελληνικά - ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
- erotický στα ελληνικά - ερωτικός, ερωτική, ερωτικό, ερωτικά, ερωτικές
- erotičnost στα ελληνικά - σεξουαλικότητα, sexiness, το sexiness, την σεξουαλικότητα
Τυχαίες λέξεις
Erodovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβρώνω, διαβρώνουν, διαβρώσει, διαβρώσουν, να διαβρώσει, διαβρώνεται
Μεταφράσεις: διαβρώνω, διαβρώνουν, διαβρώσει, διαβρώσουν, να διαβρώσει, διαβρώνεται