Kanonizovat στα ελληνικά
Μετάφραση: kanonizovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγιοποιώ, καθιερώνω, να εκθειάσει, κανονισθεί, εκθειάσει, κατατάσσω μεταξύ των άγιων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kanibalismus στα ελληνικά - καννιβαλισμός, κανιβαλισμός, κανιβαλισμού, κανιβαλισμό, ο κανιβαλισμός
- kanibalský στα ελληνικά - cannibalic
- kanonáda στα ελληνικά - κανονιοβολισμός, κανονιοβολισμού, κανονιοβολισμοί, κανονιοβολώ, πυρά των κανονιών
- kanout στα ελληνικά - μικροποσότητα, σταλάζω, ρανίδα, μειώνομαι, σταγόνα, στάζω, στάλα, ...
Τυχαίες λέξεις
Kanonizovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγιοποιώ, καθιερώνω, να εκθειάσει, κανονισθεί, εκθειάσει, κατατάσσω μεταξύ των άγιων
Μεταφράσεις: αγιοποιώ, καθιερώνω, να εκθειάσει, κανονισθεί, εκθειάσει, κατατάσσω μεταξύ των άγιων