Nalít στα ελληνικά
Μετάφραση: nalít, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενσταλάζω, εμπνέω, εμποτίσουν, εμποτίζουν, εγχύετε, εμποτιστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- naléhavý στα ελληνικά - προστακτική, επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
- naléhání στα ελληνικά - επιμονή, εμμονή, την επιμονή, επιμονής, η επιμονή
- nalíčení στα ελληνικά - μακιγιάζ, makeup, το μακιγιάζ, καθρέφτη μακιγιάζ, μακιγιάζ των
- nalíčit στα ελληνικά - πλαστός, πλαστογραφία, τοποθετώ, καθορισμένος, κάλπικος, βάφω, συνθέτουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Nalít στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενσταλάζω, εμπνέω, εμποτίσουν, εμποτίζουν, εγχύετε, εμποτιστεί
Μεταφράσεις: ενσταλάζω, εμπνέω, εμποτίσουν, εμποτίζουν, εγχύετε, εμποτιστεί