Ενσταλάζω στα τσεχικά

Μετάφραση: ενσταλάζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
spařit, nakapat, vnuknout, vlít, nalít, vkapávat, vyluhovat, louhovat, infúzím, infuzi
Ενσταλάζω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενσταλάζω

ενσταλάζω λεξικο, ενσταλάζω συνώνυμο, ενσταλάζω συνωνυμα, ενσταλάζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, ενσταλάζω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ενσαρκώνω στα τσεχικά - vyjádřit, začlenit, zahrnovat, obsahovat, zahrnout, včlenit, vtělit, ...
  • ενσπείρω στα τσεχικά - osít, sít, rozsévat, vysít, svině, zasít, vštípit, ...
  • ενστικτωδώς στα τσεχικά - instinktivně, se instinktivně, instinktivně se, mimoděk
  • ενστικτώδης στα τσεχικά - pudový, bezděčný, instinktivní, instinktivně, instinktivním, pudové
Τυχαίες λέξεις
Ενσταλάζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: spařit, nakapat, vnuknout, vlít, nalít, vkapávat, vyluhovat, louhovat, infúzím, infuzi