Nastoupení στα ελληνικά
Μετάφραση: nastoupení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταξη, είσοδος, απόκτημα, προσχώρηση, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nastehovat στα ελληνικά - κίνηση, μετακίνηση, μετάβαση, κινήσει, κινούνται
- nastolit στα ελληνικά - τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαθιδρύω, εισάγω, συστήνω, καθιερώσει, δημιουργία, ...
- nastoupit στα ελληνικά - εισέρχομαι, επιβιβάζομαι, ανεβαίνω, γεμίζω, μπαίνω, αναρριχώμαι, ζαλίκι, ...
- nastrojený στα ελληνικά - λουσάτος, ντυμένος, ντυμένοι, δέψη
Τυχαίες λέξεις
Nastoupení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταξη, είσοδος, απόκτημα, προσχώρηση, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως
Μεταφράσεις: ένταξη, είσοδος, απόκτημα, προσχώρηση, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως