Αποτροπιαστικός στα τσεχικά

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odporný, odpudivý, neslučitelný, odporné, příčí, nepřípustný, odporná
Αποτροπιαστικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποτροπιαστικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα τσεχικά - nebezpečí, spekulace, hazardovat, riziko, riskovat, odvážit, náhoda, ...
  • αποτρέπω στα τσεχικά - fólie, odrazovat, zhatit, bránit, překazit, zmařit, zabraňovat, ...
  • αποτυγχάνω στα τσεχικά - zanedbávat, postrádat, propadnout, opomenout, zanedbat, zklamat, chybit, ...
  • αποτυχία στα τσεχικά - zanedbání, porucha, nezdar, výpadek, neúspěch, prohra, úpadek, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: odporný, odpudivý, neslučitelný, odporné, příčí, nepřípustný, odporná