Omítnout στα ελληνικά
Μετάφραση: omítnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκοπλάστης, γύψος, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- omílat στα ελληνικά - λιώνω, τρίζω, αλέθω, αγγαρεία, αναμάσημα, rehash, διασκευή, ...
- omítka στα ελληνικά - λευκοπλάστης, σοβάτισμα, παλτό, γύψος, σοβάς, γύψο, σοβά, ...
- omítnutí στα ελληνικά - σοβάτισμα, σοβατίσματος, επίχρισμα, επιχρίσματος, επιχρίσματα
- omítání στα ελληνικά - σοβάτισμα, σοβατίσματος, επίχρισμα, επιχρίσματος, επιχρίσματα
Τυχαίες λέξεις
Omítnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκοπλάστης, γύψος, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου
Μεταφράσεις: λευκοπλάστης, γύψος, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου