Přecházet στα ελληνικά

Μετάφραση: přecházet, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περνώ, στενά, κυκλοφορώ, μεταίχμιο, πέρασμα, περάσει, περνούν, περάσουν, να περάσει
Přecházet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • klikatý στα ελληνικά - τσακιστή γραμμή με γωνίας, τεθλασμένη, τρεκλίσματος
  • krotitel στα ελληνικά - θηριοδαμαστής, Tamer, Ο Tamer, πιό ήμερο, πιό ήμερη
  • mnohost στα ελληνικά - πληθώρα, πλήθος, πολλαπλότητα, πλήθους, πλειάδα
  • námezdní στα ελληνικά - μισθοφόρος, μισθοφορικός, καταβάλλεται, που καταβάλλονται, καταβάλλονται, καταβληθεί, καταβλήθηκε
Τυχαίες λέξεις
Přecházet στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περνώ, στενά, κυκλοφορώ, μεταίχμιο, πέρασμα, περάσει, περνούν, περάσουν, να περάσει