Přepážka στα ελληνικά
Μετάφραση: přepážka, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμποδίζω, φράγμα, μπάρα, φραγμός, μπαρ, κάγκελο, εμπόδιο, φράζω, εξετάζω, διχοτόμηση, χώρισμα, διαμέρισμα, κατάτμηση, διαχωριστικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asexuální στα ελληνικά - άφυλος, ασεξουαλικών, ασεξουαλική, μονογονική, μονογονικός
- krotit στα ελληνικά - κανόνας, τιθασεύω, μετριοπαθής, μετριάζω, βασιλεύω, μέτριος, αποφασίζω, ...
- nestejnoměrný στα ελληνικά - ανώμαλο, μονός, ανώμαλος, άνισος, άνιση, ανομοιόμορφη, ανώμαλη
- odloučeně στα ελληνικά - χωριστά, χωρισμός, διαχωρισμού, διαχωρισμό, διαχωρισμός, χωρισμού
Τυχαίες λέξεις
Přepážka στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμποδίζω, φράγμα, μπάρα, φραγμός, μπαρ, κάγκελο, εμπόδιο, φράζω, εξετάζω, διχοτόμηση, χώρισμα, διαμέρισμα, κατάτμηση, διαχωριστικό
Μεταφράσεις: εμποδίζω, φράγμα, μπάρα, φραγμός, μπαρ, κάγκελο, εμπόδιο, φράζω, εξετάζω, διχοτόμηση, χώρισμα, διαμέρισμα, κατάτμηση, διαχωριστικό